Γράφει ο Ηλίας Καραγιάννης
Με μια ψυχρή, απόμακρη ηρεμία ο Ζοάν Γκάμπερ σκεφτόταν τη φοβερή αναπόδραστη νύχτα που τον περίμενε στις 30 Ιουλίου του 1930.
Ο σπαραγμός της μοναξιάς τον τράνταζε, ενώ η πάλη με τους προσωπικούς του δαίμονες ήταν συνεχής. Είχε καταληφθεί για αρκετούς μήνες από το οδυνηρό συναίσθημα του πόσο μόνος ήταν. Παρά το πλήθος γύρω του, τη βουή της Βαρκελώνης, απλωνόταν μια μοναξιά σαν την απεραντοσύνη του γκριζωπού φουρτουνιασμένου Ατλαντικού. Ωχρός, με μαύρους κύκλους γύρω από τα μάτια του, ένιωθε μέσα του να αλυχτά ο «μαύρος σκύλος», όπως αποκάλεσε ο σερ Ουίνστον Τσόρτσιλ την κατάθλιψη.Ηταν η εποχή του Μεσοπολέμου, όταν η επάρατη οικονομική κρίση του 1929 οδήγησε στο κραχ που άλλαξε διά παντός τον κόσμο. Περιουσίες που αποκτήθηκαν στο καθυστερημένο διάβα του χρόνου χάθηκαν στο σύντομο διάστημα που αρκεί για να φτάσει η καύτρα του τσιγάρου που τελειώνει στα δάχτυλα.
Ο Γκάμπερ έχανε τα πάντα μέσα σε λίγες στιγμές. Πριν από ακριβώς 80 χρόνια αποφάσιζε να «φύγει», γιατί όλοι είχαν φύγει από κοντά του πριν από αυτόν.
Η αυτοκτονία του Γκάμπερ βύθισε σε απερίγραπτο πένθος τους φίλους της Μπαρτσελόνα, μια και η πατρική του φιγούρα δεν θα εμφανιζόταν ποτέ ξανά στις εξέδρες του τότε γηπέδου της ομάδας, του Καρέρ Ιντούστρια.
Ο ευτραφής Ελβετός με το τσιγκελωτό μουστάκι, δημιουργώντας έναν πολυπλόκαμο αθλητικό οργανισμό, που θα αντηχεί στην αιωνιότητα, κατάφερε να φτάσει στην αθανασία!
Στο ειδυλλιακό Βίντερτουρ, τον Νοέμβριο του 1877, ο Ογκούστ Κάμπερ και η Ροσίν Έμα Χέσινγκ γιόρταζαν τη γέννηση του πρώτου από τα πέντε παιδιά τους.
Ο Χανς Μαξ Κάμπερ, όπως ονομαζόταν μέχρι να αλλάξει το επώνυμο του, υιοθετώντας το καταλανικό Ζοάν Γκάμπερ, βλαστός μιας εύρωστης οικογένειας, διοχέτευσε την ενεργητικότητα του στον αθλητισμό έπειτα από τον θάνατο της μητέρας του το 1885. Μετακομίζοντας στη Ζυρίχη μαζί με τον πατέρα του και τα τέσσερα αδέλφια του, άρχισε να καλλιεργεί το πάθος του για το ποδόσφαιρο. Φλογισμένος οπαδός του αθλητισμού, επιμέριζε τον υπόλοιπο ελεύθερο χρόνο του στο ποδήλατο, στο τρέξιμο, στο τένις και στο ράγκμπι. Έναν χρόνο μάλιστα πριν ο απροσμέτρητος ερωτάς του για τη Βαρκελώνη καταλάβει μέχρι και το έσχατο κύτταρο του, το 1897, βρέθηκε για επαγγελματικούς λόγους στη Λιόν, όπου άρχισε να αγωνίζεται στην τοπική ομάδα ράγκμπι, την Αθλετίκ Ουνιόν.Η παραμονή του στη Γαλλία διήρκεσε έναν χρόνο, προτού ειδοποιηθεί ότι θα έπρεπε να ταξιδέψει στην Αφρική για να δημιουργήσει τις βιομηχανικές υποδομές για επεξεργασία ζάχαρης.
Με αφορμή το ταξίδι στη «Μαύρη Ήπειρο», του δόθηκε η ευκαιρία να επισκεφτεί τον θείο του Εμιλί Γκεσέρτ στη Βαρκελώνη. Την πόλη που έμελλε να του αλλάξει τη ζωή.
Ο ερωτάς του με τη Βαρκελώνη ήταν κεραυνοβόλος, για αυτό και αποφάσισε να εγκαταλείψει τό σχέδιο του ταξιδιού στην Αφρική και να παραμείνει στην πρωτεύουσα της Καταλωνίας, όπου το 1899 ίδρυσε την περιλάλητη ομάδα με το όνομα Futbol Club Barcelona!Ευτραφής, με μυωπικά γυαλιά, τσιγκελωτό μουστάκι και ημίψηλο καπέλο, ο Ζοάν Γκάμπερ ουδέποτε είχε τον ιδεατό σωματότυπο αθλητή. Παρά ταύτα, σε μια εντελώς διαφορετική εποχή για το άθλημα κατόρθωνε να ξεχωρίζει στα σποραδικά παιχνίδια όπου συμμετείχε.
Το 1899 η ανάγκη του για περισσότερη μπάλα τον ώθησε στη σκέψη της δημιουργίας μιας ποδοσφαιρικής ομάδας.Στις 22 Οκτωβρίου εκείνου του έτους ο Ελβετός δημοσίευσε στο αθλητικό περιοδικό «Los Deportes» μια αγγελία, ζητώντας παίκτες για να διοργανώνει ποδοσφαιρικά παιχνίδια.
Στις 29 Νοεμβρίου, στις εγκαταστάσεις ενός τοπικού γυμναστηρίου της Βαρκελώνης, το Χιμνάς Σόλε, αποφασίστηκε η ίδρυση του Futbol Club Barcelona. Στις 8 Δεκεμβρίου, οι άνθρωποι που ανταποκρίθηκαν στην αγγελία, καθοδηγούμενοι από τον πρώτο αρχηγό της Μπαρτσελόνα, τον Ζοάν Γκάμπερ, εισέρχονταν στο ποδηλατοδρόμιο Μπονανόβα φορώντας τη μυθική, σήμερα, φανέλα με τις μπλε και πορφυρές ρίγες.
Μια επίλεκτη ομάδα Άγγλων που ζούσαν στη Βαρκελώνη υποχρέωνε την Μπαρτσελόνα, στο πρώτο παιχνίδι της ιστορίας της, σε ήττα με 1 -0. Ο Γκάμπερ, παρ' ότι ήταν η κινητήριος δύναμη πίσω από τη δημιουργία της Μπαρτσελόνα, προτίμησε να παραμείνει στην ομάδα ως απλό μέλος του διοικητικού συμβουλίου και αρχηγός του κλαμπ, μια και ήταν μόλις 22 ετών και ήθελε να επικεντρωθεί στον κορεσμό της «πείνας» του για μπάλα.
Από το 1899 ως το 1903 αγωνίστηκε σε 51 παιχνίδια, σκοράροντας 120 γκολ, όπως αναφέρει ο δικτυακός τόπος της Μπαρτσελόνα, σύμφωνα με τον οποίο ανάγεται σε μια από τις μυθικές μορφές ποδοσφαιριστών που έχουν αγωνιστεί στους «μπλαουγκράνα»!
Ένα από τα τελευταία παιχνίδια που έδωσε ο Ζοάν Γκάμπερ με τη φανέλα της Μπαρτσελόνα ήταν η πρώτη κόντρα της μετέπειτα επικής διαπάλης μεταξύ της Ρεάλ Μαδρίτης και των «μπλαουγκράνα».
Τον Μάιο του 1902 η Μπαρτσελόνα θα επικρατήσει με 3-1 της Ρεάλ Μαδρίτης, ένα ζευγάρι αντιπάλων που έμελλε να αντίκατοπτρίσει στα γήπεδα τον ισπανικό διχασμό του 20ού αιώνα.
Το 1903 και έχοντας κατακτήσει τα Κύπελλα Μακάγια και Βαρκελώνης, ο Ζοάν Γκάμπερ αποσύρεται από την ενεργό δράση σε ηλικία 26 ετών. Με την Μπαρτσελόνα να έχει μόλις 37 μέλη εκείνη την εποχή, ο σπάνιας ευφυΐας Ελβετός οραματιστής προτίμησε να αφιερώσει τον χρόνο του στη διεύρυνση της οπαδικής βάσης.
Ήταν η πρώτη συντονισμένη προσπάθεια, η απαρχή για να φτάσει η Μπαρτσελόνα στα δυσθεώρητα σημερινά ύψη των 175.000 «socios», του κόσμου αυτού δηλαδή που αποδεικνύεται σήμερα η δύναμη η οποία τη μετατρέπει σε μια από τις πλέον επιτυχημένες και δημοφιλείς ομάδες παγκοσμίως.
Ο πολυσχιδής Γκάμπερ φρόντισε επίσης να στεγάσει το πάθος για την Μπαρτσελόνα στο πρώτο της γήπεδο, το Καρέρ Ιντούστρια, στο οποίο μετακόμισε στις 14 Μαρτίου του 1909. Συγκεντρώνοντας δωρεές από τοπικούς επιχειρηματίες, ο Γκάμπερ δεν δυσκολεύτηκε να συλλέξει τα απαιτούμενα χρήματα για να δημιουργηθεί το γήπεδο των 6.000 θέσεων.
Η άοκνη προσπάθεια του Γκάμπερ για τη συγκέντρωση περισσοτέρων μελών αύξησε τον αριθμό από τους 37 το 1903 στους 10.000 το 1922 και η μετακόμιση σε ένα μεγαλύτερο γήπεδο εμφανιζόταν πλέον ως επιτακτική ανάγκη.
Στις 20 Μαίου του 1922 η Μπαρτσελόνα εγκαινίασε το Λες Κορτς, στο οποίο αγωνίστηκε ως το 1957, όταν κατασκευάστηκε το θρυλικό Καμπ Νου.
Ο Γκάμπερ συνέχισε να είναι ακαταπόνητος, δημιουργικός και να συμβάλλει στην εξέλιξη της Μπαρτσελόνα, παρ' ότι εμπόδια ορθώνονταν συνεχώς μπροστά του.
Το 1925 κατηγορήθηκε από τον δικτάτορα της Ισπανίας Μιγκέλ Πρίμο Ντε Ριβέρα ότι κυοφορεί τον καταλανικό εθνικισμό. Αφορμή αποτέλεσε το γιουχάισμα των φανατικών οπαδών στον εθνικό ύμνο της Ισπανίας, που ανέκρουε η φιλαρμονική ορχήστρα του βρετανικού ναυτικού πριν από ένα ποδοσφαιρικό ματς.
Η ενέργεια των οπαδών της Μπαρτσελόνα οδήγησε τον Ριβέρα στο κλείσιμο του Λες Κορτς για έξι μήνες και ήταν ουσιαστικά ένας οιωνός του τέλους που ερχόταν για τον Ζοάν Γκάμπερ.
Το 1929 η Μπαρτσελόνα κατακτά το πρώτο πρωτάθλημα Ισπανίας, αλλά η ενδημική ασθένεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης μολύνει την οικουμένη. Ο Ζοάν Γκάμπερ χρεοκοπεί και πιάνεται στη μέγκενη της κατάθλιψης, παρά την αθλητική επιτυχία της Μπαρτσελόνα.Στις 30 Ι Ιουλίου του 1930 αυτοκτονεί, η Βαρκελώνη βυθίζεται σε άφατο πένθος και η Μπαρτσελόνα εισέρχεται σε μια από τις χειρότερες κρίσεις της ιστορίας της. Εκείνη την εποχή καταγράφεται και η πιο βαριά ήττα της ιστορίας της, η συντριβή με 12-1 από την Αθλέτικ Μπιλμπάο. Ενώ κοχλάζει ο πολιτικός αναβρασμός, η Μπαρτσελόνα αποδεικνύεται ότι έχει στερεές βάσεις.
Αυτές που τις έχει δώσει ο Ζοάν Γκάμπερ, ο ευαίσθητος Ελβετός που στις 30 Ιουλίου του 1930 φεύγοντας από τον κόσμο άφηνε παρακαταθήκη... «mes que un club» (κάτι παραπάνω από ένα κλαμπ). Την Μπαρτσελόνα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου